![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ Ζούμε σε αυτό που οι προηγούμενοι αποκαλούσαν «μέλλον» και οι επόμενοι θα αποκαλούν «παρελθόν». Το μόνο που μας κρατάει συνδεδεμένους είναι οι στιγμές... |
|
|||
Αποκαμωμένοι από τη ψυχοφθόρα διαδικασία της δημοσιοποίησης της αλήθειας που ξεσκεπάζει μια δυσάρεστη πραγματικότητα που όλοι έκρυβαν επιμελώς -από τους εαυτούς τους πρώτιστα- τα μέλη της «ομάδας εξερεύνησης του κόσμου» προσπάθησαν να ξεχάσουν τα όσα είχαν προηγηθεί. Ίσως δεν είχαν χαθεί όλα, ένα ξέφρενο βράδυ με αλκοόλ και όλα τα παρελκόμενα θα μπορούσε να σφουγγαρίσει την αλήθεια. Και μετά, την άλλη μέρα, όλα θα ήταν όπως παλιά, όλα τα ενοχλητικά θα είχαν ξεχαστεί. - Κι εγώ, τί να πω εγώ; Η φωνή ακούστηκε μέσα από τον πύργο -ο Παύλος, είχαν ξεχάσει τον Παύλο! - Λοιπόν το ήξερα ότι κανείς σας δεν έδινε δεκάρα για εμένα, αλλά σκεφτόμουν ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα προσπαθούσατε να κρατήσετε τα προσχήματα! Αλλά ούτε αυτό κάνατε! - Μια στιγμή Παύλο, ψέλλισε ο Αλέξανδρος, ο μόνος που βρήκε το κουράγιο να ανοίξει το στόμα του. Δεν έγινε με διάθεση να σε προσβάλουμε, απλά, να... ξεχαστήκαμε με τις πολυλογίες μας... άσε δηλαδή που κι αυτά που είπαμε δεν ήταν πολύ ευχάριστα για κανένα μας, οπότε καταλαβαίνεις, όλοι ήθελαν να τελειώσει αυτή η συζήτηση μια ώρα αρχύτερα, γι αυτό και δεν καταλάβαμε ότι σε είχαμε ξεχάσει. Ο Αλέξανδρος, ο δεινός ρήτορας που πάντα έβρισκε τρόπο να ξεγλιστρήσει όταν ερχόταν σε δύσκολη θέση, εκείνη την ώρα έχανε τα λόγια του. Όλοι οι άλλοι, είχαν χαμηλώσει το βλέμμα και απέφευγαν να κοιτάξουν προς τη μεριά του Παύλου. - Ίσως είναι καλύτερα έτσι. Αφού ήταν η ώρα που ανοίξατε όλοι τις καρδιές σας, αφού ήσασταν απόλυτα ειλικρινείς, θα ήταν παράξενο να μου δώσετε σημασία. Μήπως ξεχάσατε -γιατί εγώ δεν το έχω ξεχάσει κι ούτε θα το ξεχάσω ποτέ!- πώς με κάνατε μέλος στην «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου»; Αυτή ήταν η ώρα του Παύλου, του μόνου μέλους της ομάδας που είχε ο ίδιος παρακαλέσει τους άλλους να τον δεχτούν. Κι όταν τελικά του είπαν με βαριά καρδιά ότι "έγινε δεκτός στην ομάδα" τίποτα δεν άλλαξε στον τρόπο που του φέρονταν. Τον είχαν ξεχάσει, κανείς δεν είχε δώσει -όπως συνέβαινε συνήθως- την παραμικρή προσοχή στην παρουσία του. Τώρα όμως, το σκηνικό ήταν διαφορετικό: έστω και με αυτόν τον τρόπο που θα μπορούσε να θεωρηθεί προσβλητικός για κάποιον λιγότερο απελπισμένο για ανθρώπινη επαφή, είχε κερδίσει τη συμπάθεια και την προσοχή όλων των μελών της παρέας... για πρώτη φορά, το ενδιαφέρον όλων ήταν στραμμένο επάνω του. Τώρα είχε τη μοναδική ευκαιρία να πει όλα αυτά που έκρυβε στα πέντε χρόνια του Πανεπιστημίου, όλα αυτά που ήταν κρυμμένα βαθιά μέσα του. Κι όμως, όλα αυτά που μάζευε, όλα τα σχόλια που ποτέ δεν είχε μπορέσει να κάνει, είχαν εξαφανιστεί σαν το ανθρακικό αναψυκτικού που έχει ξεχαστεί ανοιχτό για μεγάλο διάστημα. Και σαν το αναψυκτικό, ο πόνος, η ενόχλησή του, η πίκρα του για τις ευκαιρίες που ποτέ δεν είχε σε αυτήν την ομάδα, είχαν ξεθυμάνει. Ήταν άραγε μια κίνηση μεγαθυμίας ή για μια ακόμη φορά του έλειπε το θάρρος; Το πρόσωπό του σκοτείνιασε όταν θυμήθηκε το αντικείμενο της συζήτησης: πού θα ήταν αυτός σε είκοσι χρόνια, τί περίμενε από την ζωή του και τί τον περίμενε σε αυτήν; Δεν έβλεπε τί θα μπορούσε να του επιφυλάξει το μέλλον, απλά και μόνο επειδή δεν έβλεπε μέλλον στη ζωή του. Κι έτσι, προκειμένου να χάσει τη μοναδική ευκαιρία να πάρει το λόγο έχοντας εξασφαλισμένη για πρώτη φορά την προσοχή όλων, οι πόρτες που κρατούσαν κλειδωμένα τα ανείπωτα μυστικά από τα χρόνια που ήταν μέλος της «ομάδας εξερεύνησης του κόσμου» απασφαλίστηκαν και οι λέξεις του άρχισαν δειλά να αιωρούνται πάνω στο παλάτι της παλαιάς πόλης της Βουδαπέστης: - Λοιπόν, αν το καλοσκεφτείτε, η ομάδα μας είναι χωρισμένη σε δύο στρατόπεδα: από τη μια μεριά έχουμε εσάς, όλους εσάς, που βλέπουν μπροστά τους το μέλλον και μάλιστα με σχετική αισιοδοξία, νομίζω. Κι από την άλλη, έχουμε το μικρό λάθος της παρέας, εμένα! Ναι, κυρίες και κύριοι, εγώ είμαι το σκοτεινό πρόβατο της ομάδας που κατά λάθος έγινα μέλος της και από λάθος -προσωπικό μου λάθος!- παρέμεινα σε αυτήν. Στα λίγα λόγια του καθενός, που βγήκαν χωρίς να τα έχετε προετοιμάσει, καθρεφτίσατε ο καθένας τον αληθινό του εαυτό όπως ίσως ούτε εσείς οι ίδιοι τον είχατε καταλάβει μέχρι σήμερα. Έχουμε λοιπόν, την Μαίρυλιν, τόσο φιλάρεσκη, τόσο ερωτευμένη με τον εαυτό της. Αυτός της ο έρωτας προς τον εαυτό της, δε θα της επιτρέψει ποτέ να σκεφτεί μήπως τελικά δεν είναι ευτυχισμένη στη ζωή της. Κι έτσι θα περάσει και θα φύγει η ζωή της και κάποια στιγμή θα αντικρίσει ένα σκληρό πρόσωπο στον καθρέφτη να της λέει «τόσα χρόνια ήσουν δυστυχισμένη και μου το έκρυβες». Μη με κοιτάς με αυτό το ύφος Μαίρυλιν, ξέρεις ότι έχω δίκιο. Τα υπόλοιπα μέλη της «ομάδας εξερεύνησης του κόσμου» κοιτάχτηκαν με έκπληξη. Μήπως είχαν ακούσει λάθος τ΄ αυτιά τους, πώς τολμούσε αυτός ο αταίριαστος να τους σχολιάζει; Το απορημένο ύφος τους, έδωσε δύναμη στον Παύλο να συνεχίσει: - Και μετά, η Σοφία. Φευγάτη, έτοιμη ανά πάσα στιγμή για το μεγάλο άλμα, για τη μεγάλη απόδραση. Μα να φύγει, να πάει πού; Πού θα βρει τόπο όπου να μπορεί ανενόχλητα να παραπονιέται συνεχώς για όλους τους άλλους και να σχεδιάζει την αέναη φυγή της; Γιατί, δεν ξέρω αν το έχετε καταλάβει, αλλά η Σοφία έχει από τώρα συμβιβαστεί με την ιδέα ότι θα ζει παντοτινά σε μια κοινωνία που, δεν της αρέσει μεν, αλλά της προσφέρει την ελευθερία να αισθάνεται διαρκώς έτοιμη για φυγή. Και να μου το θυμηθείτε: όχι μαντήλι, ούτε χαρτομάντηλο δε θα κουνήσει η Σοφία. Κι όσο γι αυτές τις στιγμές, με μεγάλη ανακούφιση θα τις πετάξει στα σκουπίδια μόλις αποφοιτήσουμε, όπως βέβαια θα κάνει κι η Μαίρυλιν. Μια διάθεση φυγής που έχει διάρκεια μια ζωή, είναι από χέρι ξεφτισμένη και κάτι τέτοιο καθόλου δε θα θέλει η Σοφία να το διαπιστώσουν αυτοί που θα βρίσκονται δίπλα της στο μέλλον, αυτοί που ασφαλώς θα την θαυμάζουν για την επαναστατικότητά της. Αν ήταν να μιλάει έτσι, καλύτερα που τόσο καιρό τον είχαμε στη γωνία, σκέφτηκαν τα μέλη της «ομάδας εξερεύνησης του κόσμου» με δυσφορία. Ποιος είχε σειρά τώρα; - Και βέβαια, αν υπάρχει ένας από εμάς που από τώρα έχει δηλώσει ότι θα περάσει τις στιγμές αυτής της παρέας στα σκουπίδια, αυτός είναι η Αντιγόνη. Και ξέρετε γιατί; Γιατί πέρασε και δεν ακούμπησε κανέναν και τίποτα, ούτε άφησε τίποτα να την ακουμπήσει. Δεν αισθάνθηκε ευτυχισμένη ούτε για μια στιγμή σε αυτήν την παρέα. Ναι, μας αγαπάει, και πιθανότατα την αγαπάμε και εμείς. Αλλά αυτή η αγάπη δεν κάνει κανένα μας ευτυχισμένο, μάλλον μας πιέζει το γεγονός ότι έχει ημερομηνία λήξης... το τέλος των σπουδών μας! |
||||
![]() |
Επιστροφή στην κεντρική σελίδα
© 1998-2016: Κωνσταντίνος Ν. Ιωαννίδης