ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ

Ζούμε σε αυτό που οι προηγούμενοι αποκαλούσαν «μέλλον» και οι επόμενοι θα αποκαλούν «παρελθόν».
Το μόνο που μας κρατάει συνδεδεμένους είναι οι στιγμές...
 


Κι εγώ, τί να πω εγώ;

 
 


Βουδαπέστη, 1996

- Κυρίες, κύριοι... Την προσοχή σας παρακαλώ! Το ταξίδι μας πλησιάζει στο τέλος του. Προτιμώ να μην αναλύσουμε την έννοια «τέλος του ταξιδιού», γιατί υπάρχει κίνδυνος να ξεκινήσουμε μια συζήτηση περί μεταφυσικής που δε θα τελειώσει ποτέ. Ας πούμε απλώς ότι τελειώνει το ταξίδι μας στην Βουδαπέστη! Ή ότι τα φοιτητικά μας χρόνια πνέουν τα λοίσθια... ή ακόμα ότι ετοιμαζόμαστε να αποχαιρετίσουμε την ξένοιαστη ζωή και να ριχτούμε στη ζούγκλα της κοινωνίας. Μαζί με όλα αυτά που τελειώνουν, θα κλείσει το κύκλο της και η ομάδα μας, αυτό ήταν συμφωνημένο και αναμενόμενο. Και τώρα, χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες, έφθασε η ώρα να κάνει καθένας μας τις προβλέψεις του για τις στιγμές που τον περιμένουν μόλις στρίψει στη γωνία. Σας δηλώνω δε, ότι οι προβλέψεις σας θα καταγραφούν στη μνήμη όλων των μελών της ομάδας και θα επανεξεταστούν μετά την παρέλευση δύο δεκαετιών. Τότε, θα ξέρουμε ποιος προέβλεψε σωστά και ποιος όχι!

Ο Αλέξανδρος είχε ύφος κορυφαίου του Χορού σε Αρχαία Ελληνική τραγωδία. Βέβαια, από μια πλευρά, τραγωδία ήταν, όπως και κάθε αποχαιρετισμός σε άνθρωπο, σε μια περίοδο της ζωής ή και στη ζωή την ίδια. Τα νεαρά παιδιά ακούγοντας τα λόγια του Αλέξανδρου, σταμάτησαν τις συζητήσεις και πλησίασαν προς το μέρος του.


Καθόταν αφηρημένος και κοίταζε το παλάτι στην παλαιά πόλη της Βουδαπέστης. Θα πρέπει να είχαν περάσει περισσότερα από είκοσι χρόνια από την τελευταία φορά που είχε βρεθεί εκεί, με τους συμφοιτητές από το Πανεπιστήμιο. Ίσως μάλιστα αυτή να ήταν η τελευταία φορά που βρέθηκαν όλοι μαζί.

Μια ομάδα νέων ανθρώπων που, παρά τις -συνήθεις σε τέτοιες περιπτώσεις- γλυκερές υποσχέσεις για παντοτινή φιλία, ένιωθαν όλοι αυτό που είχαν κατά την διάρκεια των φοιτητικών χρόνων, σύντομα θα γινόταν παρελθόν. Λες και συναισθάνθηκαν την αξία εκείνων των στιγμών και φρόντισαν να τις κάνουν αξέχαστες ακολουθώντας αυτό που ονόμαζαν «μη συμβατός τρόπος διασκέδασης με τα εκάστοτε ήθη και έθιμα της περιοχής που επισκέπτεται η ομάδα». Στο αθλητικό τμήμα αυτής της μη συμβατής διασκέδασης, αγόρια και κορίτσια χωρίστηκαν σε δύο ποδοσφαιρικές ομάδες (την «Βούδα» και την «Πέστη») και έδωσαν ένα πολύ δυνατό ποδοσφαιρικό αγώνα μέσα στον χώρο του παλατιού, μέχρι την ώρα που διέκοψε βίαια το παιχνίδι τους ένας φρουρός του χώρου, ο οποίος τιμητικά έλαβε το όνομα «Δούναβης», αφού μπήκε ανάμεσα στις δύο ομάδες!

Έφερε στο μυαλό του τα πρόσωπα των φίλων από τη σχολή όπως τα είχε κρατήσει στη μνήμη του από τα χρόνια του Πανεπιστημίου. Ήταν μια αχώριστη παρέα που ξεκίνησε με όνειρο να αλλάξει τον κόσμο, συμβιβάστηκε να κάνει έναν αγώνα για βελτίωσή του ακόμα κι αν όλοι γνώριζαν ότι αυτός ο αγώνας ήταν καταδικασμένος από την αρχή και κατέληξε σε πιο πεζές αναζητήσεις, όπως η ωραία ζωή, η επαγγελματική επιτυχία και η οικογενειακή γαλήνη, το είδος της γαλήνης που πολλοί ονομάζουν ρουτίνα.

Η «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου» όπως έλεγαν την φοιτητική παρέα τους, είχε βρεθεί εκείνο το φθινόπωρο στη Βουδαπέστη. Μηνύματα από αδιευκρίνιστες πηγές έφθαναν στις καρδιές των μελών, ότι μετά τη μεγάλη στροφή που είχαν μπροστά τους (τα χρόνια του Πανεπιστημίου έφθαναν στο τέλος τους.....), όλα θα άλλαζαν μέσα σε μια νύχτα. Κι όλα αυτά που ζούσαν εκείνη την περίοδο και ανάμεσά τους και το ταξίδι στη Βουδαπέστη, θα έμεναν αποτυπωμένα μόνο σε φωτογραφίες που θα απομακρύνονταν από το σαλόνι, το γραφείο... τη ζωή τους, όταν θα η νέα αισθητική τους δε θα ταίριαζε με αυτές. Κι αυτό που περίμεναν πολύ καιρό τώρα και είχαν όλο τον χρόνο του κόσμου για να προετοιμαστούν, θα γινόταν τόσο, μα τόσο ξαφνικά... Όσο χρόνο και να έχεις εξάλλου, ποτέ δεν είναι αρκετός κι ούτε μπορεί κανείς να είναι έτοιμος... για οτιδήποτε!

Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών, η «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου» διαλύθηκε. Τα μέλη της βρίσκονταν κάπου-κάπου αλλά όλο και σπανιότερα, κανείς πλέον δεν είχε όρεξη να αναπολεί τις στιγμές του παρελθόντος. Ίσως σε αυτό συνέβαλε η λαμπρή επαγγελματική εξέλιξη που είχαν όλοι τους, μια εξέλιξη που προσέδινε μεγάλη βαρύτητα και ενδιαφέρον (;) στις συζητήσεις για σοβαρά επαγγελματικά και πολιτικά θέματα αντί για ρετρό ιστορίες νεανικής ανεμελιάς. Εξάλλου, ο όρος «ανεμελιά» είχε πάψει να αντιπροσωπεύει τον τρόπο που περιέγραφαν τη στάση ζωής τους εκείνα τα χρόνια. Τώρα πλέον, αναφέρονταν στα «χρόνια της ανωριμότητας και ανευθυνότητας» και όλοι οι θαρραλέοι αγώνες αντιμετώπισης ενός κόσμου που τους ήθελε άβουλους για να τους εντάξει στο σύστημα χωρίς τριβές στα γρανάζια του, θεωρούνταν πλέον επικίνδυνες νεανικές ανοησίες από τις οποίες «ευτυχώς είχαν ξεφύγει αλώβητοι».

Ο Αλέξανδρος ήταν μάλλον ο μόνος από την «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου» που είχε κρατήσει στο μυαλό -και την καρδιά- κάτι από εκείνα τα χρόνια. Είχε ενταχτεί ομαλά στο σύστημα και προσπαθούσε να συντονιστεί απόλυτα με αυτό, ώστε να αποφεύγει κάθε τριγμό. Μερικές φορές όμως προσπαθούσε να αναγνωρίσει τον σημερινό του εαυτό μέσα σε εκείνο τον έξαλλο νεαρό των φοιτητικών χρόνων, που είχε πάντα σηκωμένα τα μανίκια για καυγά. Τα μανίκια του βέβαια ήταν σηκωμένα ακόμα και σήμερα, αλλά οι αφορμές για καυγά είχαν αλλάξει τόσο... η λάθος θερμοκρασία που σερβίρεται ένα καλό γαλλικό κρασί σε ένα ακριβό εστιατόριο, αυτό ήταν πλέον λόγος θερμού επεισοδίου, όχι οι αδικίες που γίνονταν στη ζωή κάτω από τα -κλειστά- μάτια του!

Μέσα σε αυτά τα είκοσι χρόνια, όμως, τίποτα δεν είχε μείνει ίδιο. Ο χρόνος, δυστυχώς, είναι αδυσώπητος...για τους άλλους! Έβλεπε τις αλλαγές στα πρόσωπα και τις ζωές τους, αλλά στον εαυτό του δε μπορούσε να διακρίνει καμία αλλαγή... εκτός ίσως από το γεγονός ότι είχε χάσει την δίψα του για ζωή: Τί ειρωνεία, ποτέ δε θα μπορούσε να πιστέψει την εποχή που η δίψα του για ζωή παρέμενε άσβεστη, ότι κάποια στιγμή θα είχε στα πόδια του δεξαμενές, αλλά αυτός δε θα διψούσε πλέον...

Κι έτσι, από αμυντική διάθεση περισσότερο, φρόντιζε η επιστροφή στο παρελθόν να γίνεται με τρόπο ελεγχόμενο και ασφαλή. Δεν ήθελε να παρασύρεται σε συναισθηματισμούς, δεν είχαν τίποτα να του προσφέρουν... κατά βάθος πάντως, τον είχε ενοχλήσει το πόσο εύκολα τα άλλα μέλη της ομάδας -και ιδιαίτερα η κοπέλα με τον οποία είχε συνδεθεί εκείνη την περίοδο- είχαν ξεπεράσει το παρελθόν. Ήταν ο ιδρυτής της «ομάδας εξερεύνησης του κόσμου», είχε επενδύσει -όπως αποδείχτηκε- περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον σε αυτήν κι έτσι εκλάμβανε την αποστασιοποίηση των μελών από την ομάδα σαν προσωπική προσβολή.

Δεν είχε καμία διάθεση να «αναπνεύσει παλιό, χρησιμοποιημένο οξυγόνο» όπως έλεγε, το θεωρούσε περιτό να ξανακάνει κανείς τις ίδιες διαδρομές, να ακούσει τα ίδια μουσικά κομμάτια στα ίδια μέρη, να προσπαθήσει να ξαναζήσει στιγμές του παρελθόντος που είχαν οριστική χαθεί.

Ξανακοίταξε την αντανάκλαση του πύργου στο γυάλινο κτίριο που βρισκόταν μπροστά του. Προσπάθησε να θυμηθεί πώς είχε ξαναβρεθεί στην Βουδαπέστη αυτήν τη φορά, αφού πάντα απέφευγε να επισκέπτεται μέρη στα οποία είχε ήδη βρεθεί με την «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου». Ναι, θυμήθηκε, όταν τον ρώτησαν αν ήθελε να πάει σε αυτό το Συνέδριο, δήλωσε αφηρημένα «ναι». Μετά, όταν συνειδητοποίησε ότι επρόκειτο για «εξερευνημένο προορισμό» ήταν πια αργά για να αλλάξει γνώμη και να αρνηθεί, θα φαινόταν αγενής.

Στ' αυτιά του έφθασε μια σπαρακτική ανδρική φωνή:

- Κι εγώ, τί να πω εγώ;

Τινάχτηκε από τη θέση του, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει τί ακριβώς του θύμιζε αυτή η φωνή. Την ήξερε αυτή την φωνή, ήταν σίγουρος γι αυτό, αλλά δε μπορούσε να θυμηθεί από πού. Ούτε μπόρεσε να καταλάβει τί ήταν αυτό που έφερε στο μυαλό του τις στιγμές της πρώτης επίσκεψης στη Βουδαπέστη με την «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου»...


- Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε την πρόβλεψη για τις στιγμές που μας περιμένουν στη γωνία. Οι κυρίες πρώτες!

1   2   3   4   5   6   7   8   9   10   11   12  

 
 

^