![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ Ζούμε σε αυτό που οι προηγούμενοι αποκαλούσαν «μέλλον» και οι επόμενοι θα αποκαλούν «παρελθόν». Το μόνο που μας κρατάει συνδεδεμένους είναι οι στιγμές... |
|
|||
Τα χρόνια που είχαν φύγει δεν μπορούσαν να ξαναέρθουν κι αν προσπαθούσε να το αγνοήσει αυτό, θα γινόταν γραφικός. Τι έμενε, λοιπόν; Να αποδεχτεί την αλήθεια ή τουλάχιστον να δείχνει σε όλους ότι την έχει αποδεχτεί. Και μ΄ αυτόν τον τρόπο, ίσως σιγά-σιγά θα μπορούσε να υιοθετήσει τα βαρύγδουπα σχόλια περί ρυτίδων που είχε κερδίσει, που του ανήκαν και δε θα άφηνε κανέναν να του τις πάρει πίσω. «Τί βαρετό που είναι ένα μέρος, όταν εσύ ο ίδιος αισθάνεσαι βαρετός», σκέφτηκε. Ο πύργος μπροστά του που τον είχε εντυπωσιάσει την πρώτη φορά που τον αντίκρισε, του φαινόταν τώρα σαν ένα περιττό άψυχο αντικείμενο, ένα απομεινάρι της ιστορίας πεταμένο μπροστά του, που του δημιουργούσε ένα συναίσθημα έντονης ενόχλησης: - Κι εγώ, τί να πω εγώ; Η ίδια γνωστή φωνή που λες και ερχόταν από τον ουρανό. Κοίταξε τριγύρω του και βεβαιώθηκε γι αυτό που γνώριζε: κανείς δεν ήταν δίπλα του. Έκλεισε τα μάτια του όπως τότε... - Ένα, δύο, τρία... ανοίξτε τα μάτια σας και αρχίστε να περιγράφετε το μέλλον σας. Πού θα είστε σε είκοσι χρόνια, ακούμε! Εσύ πρώτη Μαίρυλιν που είσαι η μοιραία της παρέας. Η Μαίρυλιν κοίταξε φιλάρεσκα προς την υπόλοιπη ομάδα. Ίσιωσε την φούστα της και με επίπλαστη σεμνότητα είπε: - Θα είμαι μια πετυχημένη συγγραφέας, αλλά και μητέρα τουλάχιστον τριών παιδιών. Θα συμμετέχω στα κοινά, θα ανέβω κοινωνικά χωρίς να κάνω συμβιβασμούς αλλά σε καμία, το τονίζω, σε καμία περίπτωση δε θα κάθομαι να μιλάω μπροστά σε κόσμο που θα με χαζεύει! Η Μαίρυλιν ήξερε καλά τί ήθελε και μπορούσε να στοιχηματίσει κανείς πάνω της, ότι θα τα κατάφερνε στη ζωή της. Όλα όσα είχε υποσχεθεί στον εαυτό της -τα πιο πολλά, τουλάχιστον, τα είχε πραγματοποιήσει. Αλλά, είχε ξεχάσει να του υποσχεθεί ότι θα προσπαθούσε να γίνει ευτυχισμένη. Κι ευτυχισμένη, δεν έγινε. Συγγραφέας είχε γίνει και μάλιστα αρκετά επιτυχημένη, πολλά παιδιά έκανε -άσχετα αν δεν βρήκε ποτέ τον χρόνο να ασχοληθεί μαζί τους- και ήταν ένα πρόσωπο αναγνωρίσιμο στο δρόμο όπως ήθελε. Πάντως μπροστά σε κόσμο που τη χάζευε, κάθισε να μιλήσει και μάλιστα με το παραπάνω, όταν την καλούσαν σε τηλεοπτικές εκπομπές -μια πετυχημένη συγγραφέας το δικαιούται αυτό!- να μιλήσει επί παντός επιστητού. Μια ψηλή, αδύνατη κοπέλα με μάτια που έλαμπαν προχώρησε και κάθισε μπροστά στην ομάδα, που καθόταν λες και ήταν εξεταστική επιτροπή: η Σοφία είχε τον λόγο. - Δε σκοπεύω να ζήσω τη ζωή μου σε αυτή την πόλη που κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο απρόσωπη. Θα κρατήσω τις όμορφες στιγμές μας αλλά, να με συγχωρείτε φίλοι μου, τελειώνοντας τις σπουδές θα σας κουνήσω μαντήλι. Η Σοφία ήταν πάντα φευγάτη. Έδινε την εντύπωση ότι μια κλωστή την κρατούσε σε αυτόν τον κόσμο, μια κλωστή που από στιγμή σε στιγμή θα έσπαγε και θα την άφηνε ελεύθερη να πετάξει για να πάει σε άλλους τόπους... Η κλωστή έσπασε, η Σοφία πέταξε, αλλά δεν πήγε πολύ μακριά. Λίγο πιο βόρεια πήγε, στα προάστια της Αθήνας. Υποχώρηση; Συμβιβασμός; Ίσως όλα αυτά. Όλα αυτά τα χρόνια πάντως, η Σοφία ισχυριζόταν ότι πίσω από τα ακριβά της ρούχα, κρυβόταν η ίδια καρδιά. «Απλώς η καρδιά μου είναι πιο καλοντυμένη» έλεγε γελώντας. Και μετά, η Αντιγόνη, η τελευταία γυναίκα της «ομάδα εξερεύνησης του κόσμου» που είχε, κυρίως, άνδρες ως μέλη της. Προχώρησε διστακτικά και με απολογητικό, σχεδόν, ύφος είπε προς την ομάδα που την κοιτούσε με περιέργεια: - Λοιπόν, δεν σας κρύβω ότι διακατέχομαι από μια αστείρευτη αμηχανία, είστε τόσο κοντά μου όλα αυτά τα φοιτητικά χρόνια, αλλά νοιώθω ότι μου είστε ολότελα άγνωστοι. Όλοι σας. Στη σχέση μας υπάρχει μια σιωπή, ναι, μην απορείτε! Μια σιωπηλή ενοχή, σε βάρος της ποιότητας της πνευματικής μας ζωής, της τωρινής αλλά και αυτής που προβάλει μπροστά μας. Μοιάζω σα να έχω πέσει με αλεξίπτωτο στο απομονωμένο νησί σας στην μέση του ωκεανού. Κι εσείς με περιθάλψατε, με κάνατε μέλος της ομάδας σας, με αγαπήσατε και με κάνατε να σας αγαπήσω κι εγώ. Αλλά... υπάρχει ένα μεγάλο «αλλά». Κανείς μας, ούτε κάποιος από εσάς, ούτε εγώ, προσπαθήσαμε ποτέ να κοιτάξουμε ο ένας την ψυχή του άλλου. Κι έτσι σήμερα, στον επίλογο...μα γιατί απορείτε, για επίλογο πρόκειται, είμαστε πιο αγαπημένοι από ποτέ, αλλά και πιό ξένοι από ποτέ. Δεν τρέφω αυταπάτες, ξέρω ότι δε θα σας πολυ-βλέπω όταν τελειώσουμε το Πανεπιστήμιο. Και ξέρετε ποιό είναι το χειρότερο απ' όλα; Δεν με πειράζει αυτό... |
||||
![]() |
Επιστροφή στην κεντρική σελίδα
© 1998-2016: Κωνσταντίνος Ν. Ιωαννίδης