Το κρυμμένο φεγγάρι
Δοκίμια-ωδές στη ζωή, καρποί της αέναης αναζήτησης του γλυκού μυστηρίου της μέσα από ένα επώδυνο, αλλά απολαυστικό ταξίδι.
 


Αυτό το τραγούδι κρατάει μια ζωή

 
 

«Μπαμπά, γιατί αυτός ο κύριος με τη μεγάλη μύτη κοιμάται στο κρεβάτι μου; Θέλω να φύγει αμέσως!»

Χρόνια ανέμελα που πέρασαν, αφήνοντας πίσω τους αναμνήσεις που, στο μυαλό μου (και την καρδιά μου), έχουν πάρει με το πέρασμα του χρόνου, άλλες διαστάσεις. Η ενόχληση του μικρού παιδιού που βλέπει «έναν κύριο με μεγάλη μύτη να κοιμάται στο κρεβάτι του», έχει μεταμορφωθεί σε μια τρυφερή ανάμνηση, αφού αυτός ο κύριος ήταν ο Νίκος Σταυρίδης που, για τις ανάγκες μιας ταινίας που γυριζόταν στο σπίτι μας στην Βάρκιζα (ένα μεγάλο, επιβλητικό σπίτι για την εποχή του, που η χρήση του μείωνε και τον προϋπολογισμό της ταινίας!).

Ζητώ συγγνώμη προκαταβολικά, όταν αναφέρομαι σ' αυτό το κομμάτι της ζωής μου, παρασύρομαι και δε μπορώ να βάλω σε τάξη τα όσα λέω ή γράφω. Πηδάω από το ένα θέμα στο άλλο και στο τέλος, συνειδητοποιώ ότι έχω παραλείψει αυτό που θεωρώ το πιο σημαντικό απ' όλα!

Η αλήθεια είναι ότι η οικογένειά μου ήταν μια «κινηματογραφική οικογένεια» επί πολλές γενιές. Είχαμε ένα γραφείο παραγωγής ελληνικών ταινιών αλλά και διανομής διεθνών παραγωγών (θυμάμαι ακόμα τις μεγάλες επιτυχίες του γραφείου μας, τον «Μικρό Κολυμβητή» με τον Λουΐ Ντε Φυνές, τον «Πόλεμο των Κουμπιών» και το «Τρύπιο Δολάριο», ένα από τα πιο χαρακτηριστικά «σπαγγέτι γουέστερν»). Και πολλοί από τους Έλληνες ηθοποιούς που είχαν εμφανιστεί στις ταινίες μας (ο Νίκος Σταυρίδης, ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Γιάννης Γκιωνάκης, ο Αλέκος Τζανετάκος, η Μαίρη Κυβέλου ήταν μερικοί απ' αυτούς) είχαν φιλοξενηθεί σ' αυτό το σπίτι της Βάρκιζας (το οποίο μόλις πρόσφατα έπαψε να ανήκει στην οικογένειά μου), για γυρίσματα ταινιών της κινηματογραφικής μας εταιρίας, προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής.

Όταν ο παππούς μου γύρισε από το Παρίσι όπου είχε βρεθεί πρόσφυγας από την Προύσα κατά την Μικρασιατική Καταστροφή, είδε με το καθαρό βλέμμα που είχαν αρκετοί άνθρωποι της γενιάς του, ότι ένας από τους χώρους που θα αναπτύσσονταν στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, ήταν ο κινηματογράφους. Όταν ξεκίνησε το ΑΣΤΡΟΝ μαζί με ορισμένους συνεταίρους στις 4 Ιανουαρίου 1957, οι Αμπελόκηποι θεωρούνταν προάστιο και μάλιστα αρκετά απόμακρο: δεν υπήρχε φυσικά τότε καμία κινηματογραφική αίθουσα εκεί και η επιλογή αυτής της τοποθεσίας, μάλλον ρίσκο μπορούσε να χαρακτηριστεί!

Με μεγάλη συγκίνηση, έκανα σιγά-σιγά και τυχαία, συνήθως, τις συνδέσεις ανάμεσα σε ιστορικά στοιχεία που γνώριζα για την οικογένειά μου και σημεία αναφοράς ακόμα και της σύγχρονης κοινωνικής ζωής στην πόλη μας. Κάπως έτσι κατάλαβα από πού πήρε το όνομά του ο θερινός κινηματογράφος ΣΙΝΕ-ΠΑΡΙ που βρίσκεται στην οδό Κυδαθηναίων, στην Πλάκα. Κουβαλούσε πάντα το Παρίσι μέσα στην ψυχή του, ο παππούς μου...

Κι απ' όλα αυτά, που έχουν παρασυρθεί σαν κόκκοι άμμου σε μια παραλία μετά από ανεμοθύελλα, μένει μέσα στο πέρασμα των χρόνων ακλόνητος ένας χώρος που δε θα πάψω ποτέ να τον αισθάνομαι σαν το σπίτι μου: ο κινηματογράφος ΑΣΤΡΟΝ.

Κι όσο κι αν οι συνθήκες κινηματογραφο-θέασης έχουν αλλάξει δραματικά στη σημερινή εποχή, υπάρχουν ακόμα μερικές μεμονωμένες αίθουσες που, σε πείσμα των καιρών και παρά τις προφανείς αλλαγές που υπαγοεύονται από τις νέες ανάγκες ενός θεατή, διατηρούν αναλλοίωτο το γλυκό μυστήριο της ζωής. Στο κάτω-κάτω, καμία άλλη δύναμη εκτός από την ανθρώπινη ψυχή, δεν μπορεί να περιγράψει τόσο καλά αυτό το μυστήριο όσο ο κινηματογράφος!

Κι όταν βρίσκομαι εκεί, σε κάθε μου κίνηση, νιώθω το παρελθόν σαν αναζωογονητική δύναμη να με αγκαλιάζει, χωρίς όμως το αγκάλιασμα αυτό να με πνίγει. Σαν ένα βλέμμα αισιοδοξίας στο μέλλον, που ρίχνει κλεφτές τρυφερές ματιές στο παρελθόν.

Σαν ένα τραγούδι που μου αρέσει, επειδή κλείνει μέσα του στιγμές που δεν θα ξανάρθουν και θύμησες από αγαπημένα πρόσωπα που δεν υπάρχουν πια, αλλά η αύρα τους αιωρείται μέσα στη μελωδία του.

Έτσι είναι για εμένα το ΑΣΤΡΟΝ. Σα μια γλυκιά μελωδία που φέρνει στο μυαλό μου λατρεμένα πρόσωπα και περασμένες στιγμές, καθορίζει το στίγμα μου στο χωρόχρονο και με κάνει να αισθάνομαι οτι είμαι κρίκος μιας πορείας που εξυφάνθηκε από δυνάμεις που μου είναι αδύνατον να κατανοήσω.

Έτσι είναι για εμένα το ΑΣΤΡΟΝ. Σαν τραγούδι που με φορτίζει συναισθηματικά αλλά την ίδια ώρα με κάνει να πετάω. Μόνο που αυτό το τραγούδι κρατάει μια ζωή...

Σ.Σ. Συγγνώμη που μίλησα χωρίς προσχήματα «επί προσωπικού». Το είχα ανάγκη. Εξάλλου, δεν πρέπει να έχω αυταπάτες ... ούτε κι εσείς, άλλωστε: κάθε λέξη σ' αυτήν εδώ την διαδικτυακή κατοικία, ακόμα κι αν κρύβεται πίσω από χρώματα κι αρώματα που δεν πονηρεύουν τον αναγνώστη, επί προσωπικού είναι.

Τετάρτη 14 Μαρτίου 2002

 
     

<    >    ^