![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
||
ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ Ζούμε σε αυτό που οι προηγούμενοι αποκαλούσαν «μέλλον» και οι επόμενοι θα αποκαλούν «παρελθόν». Το μόνο που μας κρατάει συνδεδεμένους είναι οι στιγμές... |
|
|||||
- Τον ακούς αυτόν τον θόρυβο από την τραπεζαρία; Τι μπορεί αν είναι; Έχει μπει κάποιος στο σπίτι; - Αυτό δεν είναι δυνατόν, θα είχα χτυπήσει ο συναγερμός αν είχε μπει κάποιος. - Πήγαινε να δεις, Νίνι, σε παρακαλώ πήγαινε. Και να προσέχεις πολύ! Ο Νίνι σηκώθηκε βαριεστημένα και άναψε το φως. Προχώρησε προς το σαλόνι με μηχανικές κινήσεις χωρίς να ανησυχεί. Κανείς δε θα μπορούσε να μπει στο σπίτι τους, μάλλον ήταν ένας θόρυβος από τη φαντασία της Βίκυ... πάντως είχε ακούσει και αυτός κάτι! Μπαίνοντας στο σαλόνι, τα βρήκε όλα στη θέση τους. Το περίμενε αυτό. Κοίταξε βαριεστημένα τριγύρω, για να είναι σε θέση να απαντήσει καταφατικά σε κάθε σημείο του σαλονιού για το οποίο θα τον ρωτούσε η Βίκυ αν κοίταξε. Όλα ήταν ήσυχα. Την ώρα που ήταν έτοιμος να φύγει, το βλέμμα του έπεσε στο κουτί από την Ινδία, όπου είχε βάλει τις φωτογραφίες των παιδιών που ήταν ξεχασμένο πάνω στο τραπέζι. Ένας υπόκωφος ήχος, σα μουγκρητό πληρωμένου αγριμιού που αργοπεθαίνει, ακουγόταν μέσα από το κουτί. Πλησίασε με απορία και άνοιξε το κουτί. Αυτό που αντίκρισε, τον γέμισε με έκπληξη. Ξανάκλεισε το κουτί βιαστικά, το πήρε στα χέρια του και κατευθύνθηκε προς την κρεβατοκάμαρα. Μπήκε στο δωμάτιο νευρικά και κοίταξε στα μάτια την Βίκυ που τον περίμενε με αγωνία: - Εσύ πείραξες το κουτί; Γιατί δε μου είπες τίποτα; - Ποιο κουτί, τι είναι αυτά που λες, δε σε καταλαβαίνω. Η Βίκυ τον κοίταζε με απορημένο ύφος. - Πείραξες το κουτί, έτσι δεν είναι; Γιατί δεν μου είπες ότι το πείραξες; - Δεν πείραξα τίποτα, δεν έχω ιδέα τι μου λες! - Και τότε ποιος άλλαξε τις φωτογραφίες των παιδιών που είχα βάλει εγώ; Ο Νίνι πέταξε στο κρεβάτι τις φωτογραφίες που έβγαλε από το κουτί. Η Βίκυ τις σήκωσε, τις κοίταξε και χαμογέλασε γλυκά: - Το βαφτιστήρι μας! Το αγόρι από τη Γκάνα που γίναμε ανάδοχοί του! Πού βρέθηκαν αυτές οι φωτογραφίες; Ξέρεις πόσο καιρό τις έψαχνα και ήταν χαμένες; Η έκφραση στο πρόσωπο του Νίνι είχε γλυκάνει. Κάθισε στο κρεβάτι και είπε τρυφερά στη γυναίκα του: - Εδώ που τα λέμε, παιδιά είναι κι αυτά, παιδιά είναι και τ' άλλα. Όλα τα παιδιά του κόσμου, ίδια είναι. |
||||||
![]() |
Επιστροφή στην κεντρική σελίδα
© 1998-2016: Κωνσταντίνος Ν. Ιωαννίδης