Το κρυμμένο φεγγάρι
Δοκίμια-ωδές στη ζωή, καρποί της αέναης αναζήτησης του γλυκού μυστηρίου της μέσα από ένα επώδυνο, αλλά απολαυστικό ταξίδι.
 


Εξέστω Κλαζομενίοις ασχημονείν

 
 

Μια φωνή που κρύβει βαθύ πόνο... ή μήπως απλώς ένα γέλιο;

Μικρόνοες κατακαϋμένοι, άνθρωποι βρώμικοι στην ψυχή και καταδικασμένοι να πορεύονται στο βίο τους χωρίς ηθικό φύλο πορείας, περικυκλώνουν τη ζωή μας και αμαυρώνουν τα ιερά και τα όσια που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας. Στην αρχή (τότε που ακόμη μπορούσαμε) απαξιώναμε να τους βάλουμε στην θέση τους θεωρώντας τους ασήμαντο μέγεθος, αντιμετωπίζοντάς τους ως τους Κλαζομένιους της εποχής μας. Και αφήναμε ανεπούλωτα τα τραύματα που προξενούσαν στην κοινωνία μας. Μέχρι που τελικά αυτοί οι υπάνθρωποι έγιναν η κοινωνία.

Και τώρα, τί κάνουμε; Ποιος κήρυκας έχει το σθένος να διακηρύξει στην αγορά ένα σύγχρονο «εξέστω» χωρίς να φοβηθεί για τη σωματική του ακεραιότητα; Κι ακόμη χειρότερο: Ποιοι έφοροι θα του υποδείξουν να το κάνει;

Απογοητευμένοι, προχωράμε σε ένωση των πόνων μας λαμβάνοντας υπ’ όψιν το κοινωνικό feng shui της εποχής μας... επειδή ΚΑΙ η πνευματική φτώχεια θέλει καλοπέραση!

Ας επιτραπεί στους Κλαζομένιους να ασχημονούν (όχι όμως σε εμάς). Τη φράση αυτή την είπαν οι έφοροι της Σπάρτης, όταν τους καταγγέλθηκε ότι οι απεσταλμένοι των Κλαζομενών λέρωσαν τους θρόνους τους στη γερουσία με καπνιά.
Από τη Βικιπαίδεια, με τη βοήθεια του βιβλίου του Τάκη Νατσούλη «Το Λεξικό της Λαϊκής Σοφίας», εκδ. Σμυρνιωτάκης, μαθαίνουμε τα ακόλουθα: Οι Κλαζομένιοι, οι κάτοικοι δηλαδή της πόλεως Κλαζομενές της Μικράς Ασίας, ήταν γνωστοί κατά την αρχαιότητα για τα χυδαία πειράγματά τους. Χωρίς καμιά διάκριση, πείραζαν τους πάντες με ένα δικό τους τρόπο, που κατά τα παραδιδόμενα από τους αρχαίους συγγραφείς ήταν πολύ βρώμικος. Αναφέρεται λοιπόν συγκεκριμένα ότι μερικοί Κλαζομένιοι πήγαν κάποτε στη Σπάρτη και καταμαύρισαν με καπνιά («κατησβόλωσαν») τους θρόνους των εφόρων της, που υπήρχαν στην εκεί Εκκλησία του Δήμου. Μόλις οι έφοροι το πληροφορήθηκαν, ανέθεσαν σε ένα κήρυκα να διακηρύξει τη φράση: «Έξεστι Κλαζομενίοις ασχημονείν», δηλαδή «είναι φυσικό για τους Κλαζομενίους να ασχημονούν».

 
     

^