ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ

Ζούμε σε αυτό που οι προηγούμενοι αποκαλούσαν «μέλλον» και οι επόμενοι θα αποκαλούν «παρελθόν».
Το μόνο που μας κρατάει συνδεδεμένους είναι οι στιγμές...
 


Μεταθέτοντας το περιεχόμενο της ευτυχίας
Για να μην είναι σαν βαρύ βάζο
που μένει παντοτινά αμετακίνητο στο σαλόνι ενός σκοτεινού δωματίου

 
 

Μέχρι σήμερα έμενα ακίνητος σα νησί στη μέση του ωκεανού, παρατηρώντας αυτά που συνέβαιναν γύρω μου. Το τοπίο άλλαζε τόσο γρήγορα, δεν προλάβαινα να συνειδητοποιήσω τη χαρά ή τον πόνο και πριν καλά-καλά αρχίσω να αισθάνομαι σαν δικό μου αυτό που αντίκριζα, το τοπίο είχε ήδη αλλάξει. Οι εικόνες που προσλάμβαναν τα μάτια μου ήταν θεαματικές, πολυδιάστατες και πολύχρωμες: μοιραία τα συναισθήματα που μου δημιουργούνταν, χόρευαν ξέφρενα σαν τα αρκουδάκια-τυμπανιστές της διαφήμισης των αλκαλικών μπαταριών (η καλπάζουσα εικονοπλασία του περίγυρου που με διακρίνει γαρ...). Φρόντιζα όμως να μην τα δραματοποιώ, παρά μόνο αν είχα κάτι χειροπιαστό να περιμένω από αυτή την δραματοποίηση.

Μου άρεσε να είμαι μέσα στα πράγματα που δε με αφορούσαν: τόσο μέσα, για πράγματα που ήταν τόσο έξω από εμένα...

Αναζήτησα -και βρήκα!- αλήθειες που προήλθαν μετά από σκληρούς αγώνες της ψυχής και με μεγάλο κόστος σε δάκρυα, αίμα και κομματάκια χαμένης αλήθειας που αποχαιρετούσα σαν αποδημητικά πουλιά που απομακρύνονταν, με την ψευδαισθησία οτι κάποτε θα γύριζαν πίσω. Ένιωσα τη γαλήνη του σοφού που έχει δει το αληθινό νόημα της ζωής να αγγίζει το δέρμα μου σαν την καυτή ανάσα ενός πληγωμένου θηρίου... και μετά να χάνεται.

Δεν είχα ανάγκη από την άρνηση... αχ, η παντοδύναμη άρνηση που κλείνει ερμητικά τις πόρτες σε κάθε επικείμενη φθορά. Αλλά η φθορά δεν είναι «έξω» για να μπορείς να την αποκλείσεις, μέσα είναι από την αρχή κι απλώς κάποια στιγμή -υπακούοντας σε αόρατα κελεύσματα- παρουσιάζεται για να αποδείξει την ματαιότητα της προσπάθειας να μείνεις άβρεχτος στον ωκεανό της ζωής.

Κοιτάζω με σοβαρό ύφος τον άντρα στον καθρέφτη μου και του λέω με φωνή που τρέμει από συγκίνηση:

Η προσωπικότητά μου θα μείνει ανέγγιχτη από την μικρότητα της ζωής.

Το πιστεύω την ώρα που το λέω, προσπαθώ μ' όλες μου τις δυνάμεις να την διαφυλάξω για ν' αποφύγω το μοιραίο. Λίγο αργότερα τη βλέπω να τρικλίζει, να πέφτει, ν' ανασηκώνεται με αγωνία και να σέρνεται σ' έναν απέλπιδο αγώνα. Κι όταν πάει να ξανασηκωθεί, έρχεται η πραγματικότητα σαν σκούπα που στο πέρασμά της παρασύρει όλα τα μικρά σκουπιδάκια...

Όλα αυτά γίνονταν μέχρι σήμερα.

Πρέπει να μετακινηθώ, εδώ που στέκομαι δε βλέπω καλά τις εικόνες της ζωής. Λίγο πιο πάνω να πάω, να δω καλύτερα. Κι αν ούτε από εκεί έχω καλή θέα, λίγο πιο εκεί, κι ακόμα λίγο. Κι όσο μετακινούμαι, θα μετακινείται μαζί μου το περιεχόμενο της ευτυχίας κι αυτό που αναζητώ θα μπορώ ίσως να το βρω. Απλώς... να, πρέπει να μεταθέσω το περιεχόμενο αυτού που εννοούσα ως «ευτυχία». Να το μεταθέσω στον κόσμο της φαντασίας, της ελπίδας, της μεταθανάτιας ζωής. Να είναι πιο αδιευκρίνιστο, πιο ασχημάτιστο, πιο ευπροσάρμοστο. Να κινείται μαζί μου, σα συνοδοιπόρος κι όχι σαν βαρύ βάζο που μένει παντοτινά αμετακίνητο στο σαλόνι ενός σκοτεινού δωματίου. Να συνυπάρχει με τις αδυναμίες και τις αμαρτίες μου, να μου επιτρέπει να κλονίζομαι από όλες τις φθοροποιούς αντιφάσεις της ζωής χωρίς να με εγκαταλείπει. Να μετατρέπει τον πόνο της μοναξιάς και την οδύνη της απελπισίας που ώρες-ώρες μου χτυπούν το τζάμι σε δύναμη ανανέωσης, σε κινητήριο μοχλό αποσυμπίεσης από έναν κόσμο που πιέζει αφόρητα. Και σαν αόρατη, μυστηριώδης ώθηση να με απομακρύνει από την φθορά της ψυχής...

...τη φθορά του σώματος την αποδέχομαι, μην μπορώντας να κάνω κι αλλιώς!

Θέλω αυτό το νέο περιεχόμενο της ευτυχίας να εμφανίζεται μπροστά στα μάτια μου σαν το μυστήριο της γυναίκας κάτω από το αραχνοΰφαντο σκέπασμα.

Έχω ανάγκη αυτό το μυστήριο, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου και της πίστης μου στη ζωή.

Αλλά... χρειάζομαι βοήθεια σε αυτό το σημείο. Το μυστήριο είναι προϋπόθεση της πίστης, το λέει κι ο Gabriel Marcel αυτό, κι εγώ έχω ανάγκη ένα αόρατο χέρι να ποτίζει το μικρό καχεκτικό λουλουδάκι του μυστηρίου...

 
     

^