ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ

Ζούμε σε αυτό που οι προηγούμενοι αποκαλούσαν «μέλλον» και οι επόμενοι θα αποκαλούν «παρελθόν».
Το μόνο που μας κρατάει συνδεδεμένους είναι οι στιγμές...

Κάποιο λάθος έγινε

Ένας γέροντας πάνω στο βουνό θυμάται, καθώς γραντζουνάει με αυτοπεποίθηση μια ξεκούρδιστη ηλεκτρική κιθάρα...

Πρέπει να ήταν φθινόπωρο, αλλά ίσως και καλοκαίρι να ήταν. Είχαν αλλάξει τόσο πολύ οι εποχές εκείνη την εποχή που δε θα έπρεπε καθόλου να απορεί κανείς αν έβλεπε ανθρώπους να μαζεύονται στις παραλίες καταχείμωνο για κολύμπι.

Στην αρχή προσπαθούσα -με αγωνία!- να κρατάω στο μυαλό μου την κάθε εποχή όπως την θυμόμουν αλλά τελικά κατάλαβα την ματαιότητα αυτού του εγχειρήματος. Κανένας δε νοιαζόταν, γιατί έπρεπε εγώ να χαλάω το κέφι μου; Καλοκαίρι για σκι και χειμώνα για μπάνιο στην θάλασσα, το συνήθισα και δε μου έκανε καθόλου εντύπωση.

Εκείνες τις μέρες άρχισαν να εμφανίζονται εκείνοι οι παράξενοι μαυροντυμένοι άνθρωποι. Πόσοι ακριβώς ήταν δεν ξέρω, κανείς δε μπορούσε να υπολογίσει. Αλλά πρέπει να ήταν πάρα πολλοί γιατί όπου και να γύριζες το βλέμμα σου, έβλεπες γύρω από κάθε άνθρωπο δύο από δαύτους.

Δεν δημιουργούσαν τρόμο ούτε καν ανησυχία στο πέρασμά τους, κάθε άλλο. Φορούσαν στα πρόσωπά τους ένα συγκαταβατικό χαμόγελο και μιλούσαν χαμηλόφωνα. Σιγά-σιγά μάλιστα τους συνηθίσαμε κι όταν μια μέρα εξαφανίστηκαν μπορώ να πω ότι μας κακοφάνηκε!

Σε όλους μας τα ίδια έλεγαν: «Κάποιο λάθος έγινε...» και μετά άρχιζαν το ίδιο τροπάριο, μια επιστημονική ανάλυση σε απλή γλώσσα, «για να μπορούν όλοι να καταλαβαίνουν».

Παντού (αληθινά, παντού!) έβλεπες τους μαυροντυμένους άνδρες να προσπαθούν να εξηγήσουν στους άμοιρους πολίτες αυτού του κόσμου τί ακριβώς συνέβη. Κι αυτό δεν έγινε μόνο σ' εμάς. Και σε άλλους τόπους απ' ότι μάθαμε, τα ίδια.

Και τί ήταν αυτό το λάθος, θ' αναρωτιέστε. Να σας πω εγώ λοιπόν, που είμαι από τους τελευταίους του κόσμου μας που πρόλαβε τα γεγονότα με τους «μαύρους» (έτσι τους λέγαμε!).

Με πλησίασαν ευγενικά και μου ζήτησαν λίγα λεπτά από τον χρόνο μου για να μου εξηγήσουν. Τί να μου εξηγήσουν, θ' αναρωτιέστε. Τ' ανεξήγητα, σας λέω εγώ.

Κι είμαι σίγουρος οτι αυτά που είπαν σ' εμένα, τα ίδια είπαν σε όλους. Κι ανάθεμα αν κανείς κατάλαβε τί του είπαν, εγώ πάντως χαμπάρι δεν πήρα.

Κατά έναν παράξενο όμως τρόπο, όταν τελείωναν τις εξηγήσεις τους, οι συνομιλητές τους (και μαζί μ' αυτούς κι εγώ!) έδειχναν καθησυχασμένοι, ακόμα κι αν δεν είχαν καταλάβει λέξη.

«Κάποιο λάθος έγινε...», τα είχαν κάνει καραμέλα αυτά τα λόγια.

Μιλούσαν ακατάπαυστα για «Αυτούς» που είχαν επιτελέσει ένα τεράστιο έργο δημιουργίας στον κόσμο μας κάτω από απίστευτη χρονική πίεση. Κι εκεί, πάνω στην πίεση, έγινε αυτό το μοιραίο λάθος... Σα να μπερδεύτηκαν τα καλώδια των υπολογιστών, κάτι τέτοιο κατάλαβα. Μόνο που αντί για υπολογιστές, οι μαυροφορεμένοι κύριοι μιλούσαν για ανθρώπινες ζωές, τις ζωές όλων των ανθρώπων που είχαν περάσει από τον κόσμο μας από την αρχή του...

Έγινε κάποιο λάθος και μπερδεύτηκαν τα κυκλώματα κι άλλαξαν τα χαρίσματα και οι δεξιότητες που είχαν προγραμματιστεί για τους ανθρώπους. Και βρέθηκαν κάποιοι που ήταν ταγμένοι για μεγάλα, υπέροχα πράγματα να έχουν περάσει την ζωή τους σε κάποιο σκοτεινό υπόγειο χωρίς να έχουν κάνει κάτι αξιόλογο στον βίο τους. Ή πάλι να αναφέρονται σαν σκοτεινές σελίδες της ιστορίας κάποιοι άλλοι με πολλές δυνατότητες που έμειναν σε ύπνωση ή που ξύπνησαν μόνο για αρνητικά έργα. Κι άλλοι, που η μοίρα τους επρόκειτο να τους κάνει τα μαύρα πρόβατα της κοινωνίας του ανθρώπινου είδους, βρέθηκαν να έχουν συνεισφέρει με έργα που ξεπερνούσαν και την πιο ακραία φαντασία.

Κάτι τέτοια έλεγαν, μπερδεμένα. Δε μου φάνηκαν απολογητικοί, έδειχναν βέβαια να αναλαμβάνουν το κόστος των πράξεών τους, αλλά δεν είχαν καμιά διάθεση να απολογηθούν γι αυτό το λάθος.

Μόνο που, από την στιγμή που το ανακάλυψαν, αποφάσισαν να κάνουν ακαριαία διορθωτικές κινήσεις, έστω κι αν βραχυχρόνια επρόκειτο να δημιουργηθεί ένα απύθμενο χάος στον κόσμο μας.

Δεν τους κρατήσαμε κακία, ακόμα κι έτσι. Δεν έδειχναν κακοί, πολύ πιεσμένοι έδειχναν.

Κι έτσι δεχτήκαμε αυτά που μας είπαν. Αναρωτιέμαι τί θα γινόταν αν αρνιόμασταν...

Το γνωρίζαμε ότι το πρώτο διάστημα θα υπήρχε ένα μπέρδεμα, αλλά δεν μας πείραζε. Οι άνθρωποι με τα μαύρα φαίνονταν να ξέρουν τι λένε και άξιζε τον κόπο να τους ακούσουμε.

Να, πάρτε παράδειγμα εμένα: άφησα την τσάπα κι έπιασα την ηλεκτρική κιθάρα. Το χωράφι δεν το πειράζω πλέον, θα έρθει κάποιος άλλος που νομίζω ότι ήταν δάσκαλος γαλλικών σε κάποια επαρχιακή πόλη να το αναλάβει. Ούτε αυτόν τον πείραξε, νομίζω...

Κανένα πρόβλημα, μόνο που με αυτά τα ακόρντα θα βγάλω κανένα δάχτυλο...

^